Αν βρεθείτε προς Golden Hall τις επόμενες ημέρες αξίζει να περάσετε από το κατάστημα της Vodafone. Δεν κάνω διαφήμιση, απλά απέξω από το κατάστημα θα μπορέσετε να πάρετε μία γεύση από το πώς η εικονική πραγματικότητα μπορεί να δώσει μία διαφορετική έννοια στο χώρο των αγορών.
Το demo έχει στηθεί σε συνεργασία με τη Samsung και την DTMH, μία εταιρεία που γνωρίζει καλά το χώρο του VR, και προς το παρόν μπορείτε να δείτε και να αγοράσετε μόνο προϊόντα Samsung με εξαιρετικά μεγάλη έκπτωση πάντως.
Όμως, το πλέον ενδιαφέρον είναι πως πρόκειται για το πρώτο στον κόσμο VR store, όπως λένε οι άνθρωποι που το έχουν στήσει. Κάτι που από μόνο του αποτελεί μία σημαντική επιτυχία.
Προσωπικά, θεωρώ ότι το VR είναι μία τεχνολογία που θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον, αλλά οι υπερφιλόδοξες εκτιμήσεις προ 2-3 χρόνια δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Ο λόγος είναι πως χρειάζεται περιεχόμενο, απαιτούνται εφαρμογές που θα δώσουν νέα διάσταση στη χρήση της συγκεκριμένης τεχνολογίας.
Το shopping είναι μία τέτοια. Σκεφτείτε ένα φυσικό κατάστημα όπου θα μπορείς να μπεις και μέσα από VR συσκευές να δεις ένα προϊόν πως θα είναι σε πραγματικές καταστάσεις χρήσης. Ή μία αλυσίδα θα μπορεί να στήσει ένα VR store σε σημεία που δεν έχει παρουσία και να στέλνει τα προϊόντα που αγοράζει ο καταναλωτής στο σπίτι του.
Όπως επίσης θα μπορείς από το σαλόνι του σπιτιού σου να επισκέπτεσαι ένα κατάστημα και να κάνεις τις αγορές σου ως να είσαι εκεί.
Το τελευταίο σκέλος είναι αυτό που θεωρώ και περισσότερο ενδιαφέρον. Το VR μπορεί να αλλάξει δραστικά την έννοια του online shopping, καθώς η εμπειρία είναι πολύ καλύτερη. Το virtual shopping (σ.σ. ας το ονομάσουμε έτσι προς το παρόν και βλέπουμε) ίσως να είναι πιο κοντά από όσο νομίζουμε και τα επιχειρηματικά μοντέλα μπορούν να αλλάξουν άρδην.
Σκεφτείτε να μπορείτε να δοκιμάζετε τα ρούχα σας από το σπίτι -η σχετική τεχνολογία υπάρχει- φορώντας την κάσκα σας. Σκεφτείτε να μπορείτε να περιηγηθείτε στο κατάστημα με την ησυχία σας σαν να είσασταν εκεί. Οι εφαρμογές είναι ουκ ολίγες και έχουμε να δούμε πολλά πράγματα στο όχι πολύ μακρινό μέλλον.
Επίσης, στο παιχνίδι αναμένεται να εισέλθει σύντομα και η επαυξημένη πραγματικότητα (augmented reality) μέσω της οποίας η εμπειρία μέσα σε ένα κατάστημα μπορεί να διαφοροποιηθεί δραστικά.
Βέβαια, ακόμη το κόστος υλοποίησης μίας τέτοιας εφαρμογής δεν είναι καθόλου μικρό, από την άλλη πλευρά η ιστορία έχει δείξει ότι στο hardware οι τιμές πέφτουν πολύ γρήγορα όταν υπάρχει ζήτηση. Οπότε το ερώτημα είναι πότε θα υπάρξει ζήτηση. Ενδεχομένως, νωρίτερα από ότι περιμένει πολύς κόσμος.
Με μία καθυστέρηση 3-4 χρόνων στην Ελλάδα αρχίζουμε πλέον να «ανακαλύπτουμε» τις συνδέσεις οπτικών ινών μέχρι το σπίτι, το αποκαλούμενο Fiber to the Home ή εν συντομία FTTH.
Το γεγονός ότι υπάρχει μία καθυστέρηση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη πιθανότατα να μην προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη και στην προκειμένη περίπτωση θα έλεγα πως ισχύει το κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Βέβαια, παρά τις ανακοινώσεις Cosmote, Vodafone και Wind, η κάλυψη με FTTH παραμένει σχετικά μικρή, καθώς μόνο οι κάτοικοι του δήμου Βύρωνα μπορούν να πουν με σιγουριά ότι μπορούν να πάρουν σύνδεση FTTH.
Από την άλλη πλευρά, είναι μάλλον προφανές ότι το FTTH έρχεται και στην Ελλάδα και μέσα στην επόμενη πενταετία θα δούμε τις ταχύτητες σύνδεσης να εκτοξεύονται, δεδομένου ότι η οπτική ίνα προσφέρει ταχύτητες 1 Gbps. Άλλο που προς το παρόν, τα εμπορικά πακέτα για τους καταναλωτές δεν πάνε από τα 200 Gbps όσον αφορά στη λήψη δεδομένων.
Η έλευση του FTTH είναι, όμως, ορόσημο για την ελληνική αγορά του Διαδικτύου. Είναι αντίστοιχης σημασίας με τη διάθεση συνδέσεων ADSL. Όταν και πρακτικά ξεκίνησε η εποχή του ηλεκτρονικού εμπορίου και της ψηφιοποίησης των επιχειρήσεων.
Γιατί άλλο να χρειάζεται να κάνεις …κλήση για να μπεις στο Internet (σ.σ. θυμάστε τις dial-up συνδέσεις;) και άλλο είναι να είσαι μόνιμα συνδεδεμένος. Έτσι και τώρα που οι ταχύτητες σύνδεσης «εκτοξεύονται» τα δεδομένα αλλάζουν άρδην.
Για τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν εκτενώς το Διαδίκτυο είτε για την καθημερινή λειτουργία τους είτε ως κανάλι πώλησης και διανομής, το FTTH φέρνει δραστικές αλλαγές. Ιδίως με δεδομένο ότι οι επιχειρήσεις έχουν πλέον τη δυνατότητα να παίρνουν ειδικά πακέτα που τους προσφέρουν ταχύτητα σύνδεσης που φθάνει στο 1 Gbps.
Και το σημαντικότερο δεν είναι τόσο το απίστευτα γρήγορο download όσο και το εξαιρετικά υψηλό upload. Αυτό που πρέπει να τονισθεί είναι πως με το FTTH η ταχύτητα αποστολής δεδομένων μπορεί να φθάσει πλέον στο 1 Gbps! Για εταιρείες που στέλνουν μεγάλα αρχεία, η δυνατότητα αυτή κυριολεκτικά τους λύνει τα χέρια και αυξάνει τα μέγιστα την παραγωγικότητα τους.
Το ίδιο θα συμβεί και με τους ελεύθερους επαγγελματίες, όταν θα δούμε τα «καταναλωτικά» προγράμματα να ανεβάζουν ταχύτητες πάνω από τα 200 Mbps.
Επιπλέον, η ποιότητα της σύνδεσης βελτιώνεται σε τεράστιο βαθμό και αυτό είναι κάτι εξίσου σημαντικό και ενδιαφέρον.
Πάμε τώρα από την άλλη πλευρά. Η αύξηση της ταχύτητας σύνδεσης που έχουν οι καταναλωτές -ακόμη και αν δεν πάνε σε FTTH αλλά πάνε άμεσα σε ταχύτητες 100 Mbps μέσω του υφιστάμενου δικτύου χαλκού και της τεχνολογίας vectoring- σημαίνει ότι μπορούν να υλοποιηθούν νέες υπηρεσίες και εργαλεία που θέλουν αρκετά μεγάλο bandwidth.
Δεν είναι και πολύ μακριά η ημέρα που θα είναι εφικτό το VR shopping ή υπηρεσίες που να αξιοποιούν τις δυνατότητες του augmented reality.
Γενικότερα, εισερχόμαστε σε μία νέα εποχή για το ελληνικό Διαδίκτυο.
Φυσικά, δεν πρόκειται τα πάντα να αλλάξουν άμεσα, δεδομένου κιόλας ότι προκειμένου το FTTH να είναι κάτι που θα έχει η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών θα χρειαστεί να φθάσουμε μέχρι το 2023.
Οπότε θα έχει κάνει δυναμική εμφάνιση και το 5G. Και πλέον οι ταχύτητες πρόσβασης θα είναι τέτοιες που θα δούμε μία νέα γενιά από εφαρμογές και υπηρεσίες. Το 2004 δεν ήταν δυνατόν να έχεις μία υπηρεσία όπως το Netflix ή το Spotify. Πλέον, μπορείς. Το τι θα είναι εφικτό σε 10 χρόνια από τώρα, είναι αρκετά δύσκολο να το φανταστούμε.
Και αυτό το κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρον.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης -ή social media που λένε και στο χωριό μου- έχουν εξελιχθεί σε βασικό κομμάτι της καθημερινότητας μας.
Οι μισοί Έλληνες, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, περνούν κατά μέσο όρο μία ώρα ημερησίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με το Facebook να είναι το πιο δημοφιλές και το Instagram να ακολουθεί.
Παρεπιμπτόντως, στις νεότερες ηλικίες το Instagram είναι σαφώς πιο δημοφιλές και θα πρέπει να ξέρετε ότι δεν είναι λίγοι οι νέοι ηλικίας 13-24 ετών που έχουν πάψει να χρησιμοποιούν το Facebook.
Αναφέρω το παραπάνω γιατί καταλαβαίνω την αγωνία που έχουν αρκετές εταιρείες με έντονη διαδικτυακή παρουσία προκειμένου να αξιοποιήσουν τα social media.
Είναι αναμενόμενο να προσπαθούν να αυξήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τους followers που έχουν στο Facebook και στο Instragram και καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες προκειμένου να πετύχουν αυτόν τον στόχο.
Το βασικό κόλπο είναι οι διαγωνισμοί που απαιτούν να κάνεις like στη σελίδα του καταστήματος, αλλά γενικώς υπάρχουν ουκ ολίγες στρατηγικές, οι οποίες δεν κοστίζουν και πολλά.
Παράλληλα, πολλές εταιρείες σπεύδουν να ενστερνιστούν τους αποκαλούμενους influencers. Ήτοι χρήστες των social media που έχουν δεκάδες χιλιάδες followers. Και οι εταιρείες είναι, μάλιστα, διατεθειμένες να δαπανήσουν και ουκ ολίγα χρήματα προκειμένου να υπάρχει μία αναφορά στο προϊόν τους ή στην ιστοσελίδα σε κάποιο post των συγκεκριμένων influencers.
To ερώτημα, όμως, που θέτουν πολλοί είναι απλό: τα αξίζουν τα λεφτά τους ή είναι απλά μία μόδα που θα περάσει; H πραγματικότητα έχει να κάνει με το πλάνο επικοινωνίας που έχει θέσει κάθε τμήμα μάρκετινγκ και ειδικά το κοινό στο οποίο θέλει να απευθυνθεί.
Αυτό που πρέπει να προσέχει κάθε εταιρεία δεν είναι πόσο followers έχει κάποιος influencer αλλά ποιο είναι το κοινό που ακολουθεί αυτόν τον influencer. Για παράδειγμα, αν μία εταιρεία προωθεί προϊόντα για γυναίκες και απευθυνθεί σε μία γυναίκα influencer θα πρέπει να δει πρώτα αν η συντριπτική πλειοψηφία των followers της τελευταίας είναι γένους θηλυκού.
Αν είναι άνδρες οι περισσότεροι followers έχει νόημα να την χρησιμοποιήσει; Αντίστοιχα, μία εταιρεία θα πρέπει να μπορεί να καταλάβει αν ο influencer απέκτησε τους followers του χωρίς να χρειαστεί να …πληρώσει.
Γιατί αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο επίδοξοι influencers να πληρώνουν για να αγοράσουν likes και follows. Και με τα χρήματα που παίρνουν από τη διαφήμιση να καλύπτουν τα έξοδα τους!
Γενικότερα, το θέμα με τους influncers θέλει προσοχή. Παλαιότερα, οι διαφημιστές ανησυχούσαν για το κατά πόσον οι τηλεοπτικές διαφημίσεις τους τις έβλεπαν πραγματικά οι τηλεθεατές.
Τώρα, το θέμα τους είναι αν έχουν επιλέξει τους κατάλληλους influencers. Και είναι σαφώς πιο δύσκολο να καταλάβουν αν καταφέρνουν τον στόχο τους ή όχι….
Το σημαντικότερο θέμα των τελευταίων ημερών στο ελληνικό Διαδίκτυο δεν είναι άλλο από τις εξελίξεις στην Tripsta, γνωστή κυρίως για το Travelplanet24 και το Airtickets.
Η διακοπή έκδοσης αεροπορικών εισιτηρίων από την Tripsta προκάλεσε έκπληξη σε πολλούς, αν και όσοι ασχολούνται πιο επιστάμενα, γνώριζαν τα προβλήματα που υπήρχαν.
Αυτό που θα πρέπει να διευκρινισθεί είναι πως η εταιρεία δεν κλείνει, συνεχίζει με άλλες δραστηριότητες αν και προχώρησε στην απόλυση του συνόλου του προσωπικού.
Το πλάνο είναι να προσλάβει μέρος των εργαζομένων και να συνεχίσει με ορισμένες εκ των δραστηριοτήτων της όπως είναι, για παράδειγμα, η έκδοση ακτοπλοϊκών εισιτηρίων.
Το πραγματικό πρόβλημα, όμως, είναι ότι τα προβλήματα της Tripsta δεν αποκλείεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο σε ελληνικές εταιρείες που κινούνται στο χώρο του Διαδικτύου και τον ευρύτερο κλάδο των ψηφιακών τεχνολογιών και έχουν τάσεις εξωστρέφειας.
Και αυτό γιατί σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις έχουμε δει τους ξένους να προβληματίζονται περισσότερο όταν καλούνται να συνεργαστούν με ελληνικές επιχειρήσεις.
Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι αποδεικνύεται, για μία ακόμη φορά, ότι για να πετύχει κανείς στο Διαδίκτυο χρειάζεται να έχει στη διάθεση του σημαντικά κεφάλαια.
Χρειάζεται να έχει ρευστότητα. Και αυτό είναι πρόβλημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις που δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να ζητήσουν τη «συμβολή» των τραπεζών και να πάρουν δάνεια που θα τους επιτρέψουν να χρηματοδοτήσουν τις εξωστρεφείς δραστηριότητες τους.
Όσον αφορά για τα funds, ναι μεν υπάρχουν χρήματα για νέες επιχειρήσεις, ήτοι startups, αλλά τα εγχειρήματα που είναι στη φάση που χρειάζονται μερικά εκατομμύρια ευρώ είτε για να αντέξουν τον ανταγωνισμό είτε για να κάνουν το επόμενο βήμα, δεν μπορούν να βρουν τα απαραίτητα κεφάλαια.
Είναι ένα πρόβλημα που θα πρέπει να απασχολήσει όλους όσους προσπαθούν για την προώθηση της ελληνικής επιχειρηματικότητας εκτός των συνόρων της χώρας.
Φυσικά, στην περίπτωση της Tripsta έγιναν και πολλά λάθη από την πλευρά της διοίκησης της. Δεν πρόκειται να το αμφισβητήσει αυτό κανείς.
Όμως, αυτό που φαίνεται και πρέπει να το προσέξουμε λίγο παραπάνω είναι ότι στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία αυτό που μετρά εξίσου είναι η δυνατότητα που έχει μία εταιρεία να βρίσκει κεφάλαια προκειμένου να συνεχίσει να επενδύει ώστε να φθάσει στην επιτυχία.
Να υπενθυμίσω ότι το Amazon ήταν ζημιογόνο για πολλά χρόνια, ενώ σημαντικές ζημιές καταγράφει και τα τελευταία χρόνια και το Netflix.
Δύο εταιρείες που βρίσκονται στην κορυφή και επενδύουν επειδή βρίσκουν φθηνά κεφάλαια. Και η περίπτωση του Amazon αποδεικνύει ότι αν επιμείνεις, τελικά θα πετύχεις.
Αρκεί να έχεις και την κατάλληλη βοήθεια.
Η είδηση δεν έπεσε και τόσο ως «βόμβα» σε όσους κοιτούν λίγο περισσότερο μεσοπρόθεσμα τις κινήσεις των διαδικτυακών κολοσσών. Ήταν προφανές ότι το Facebook θα ήθελε, μετά από όλα τα υπόλοιπα, να μπει για τα καλά και στα video «χωράφια» της Google και να πάρει ένα μερίδιο από το κομμάτι της διαφημιστικής πίτας που εκμεταλλεύεται το YouTube.
Και για να το κάνει αυτό, η εταιρεία του Μαρκ Ζάκερμπεργκ χρησιμοποιεί το νο1 «όπλο» που διαθέτει αυτή τη στιγμή και δεν είναι άλλο από το Instagram.
Μερικές λεπτομέρειες για όσους δεν είναι απολύτως ενήμεροι για τους ομίλους στην παγκόσμια αγορά του Διαδικτύου: το YouTube ανήκει στη Google και το Instagram στο Facebook. Το YouTube είναι το απόλυτα κυρίαρχο μέσο στο χώρο του video παρά τις προσπάθειες που έχει κάνει το Facebook, λανσάροντας ουκ ολίγες υπηρεσίες.
Όμως, η πτώση της δημοτικότητας του Facebook στις μικρές ηλικίες δημιουργεί ένα κενό και αυτό ακριβώς προσπαθεί να καλύψει το Instagram με μία νέα υπηρεσία που ονομάζεται IGTV ή αλλιώς Instagram TV.
Το IGTV, πολύ απλά, δίνει τη δυνατότητα να «ανεβάσει» ένας χρήστης ένα video διάρκειας έως 60 λεπτών. Κάτι που δεν ήταν δυνατό μέχρι τώρα. Αντίστοιχη δυνατότητα υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στο YouTube και είναι ο λόγος που το τελευταίο έχει γεμίσεις από κανάλια χρηστών που προσπαθούν να πετύχουν ως influencers.
Άλλοι με επιτυχία και άλλοι όχι. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι αποκαλούμενοι youtubers αποτελούν μία ομάδα χρηστών που καμία ομάδα μάρκετινγκ δεν μπορεί να αποφύγει τουλάχιστον να εξετάσει κατά πόσον τους χρειάζεται ή όχι.
Από την άλλη πλευρά, το Instagram έχει εξελιχθεί σε ένα από τα κορυφαία μέσα που χρησιμοποιούν οι αποκαλούμενοι social media influencers. Αυτοί που για ένα post μπορεί να παίρνουν μερικές εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες ευρώ.
Όμως, έλειπε το video ή για την ακρίβεια η δυνατότητα να «ανεβάζεις» μεγάλης διάρκειας video, κάτι που ζητούν οι υπεύθυνοι μάρκετινγκ σε χιλιάδες brands ανά τον κόσμο. Οπότε πήγαιναν στο YouTube. Τώρα, όμως, με το IGTV μπορούν να κάνουν όλοι τη δουλειά τους με ένα μέσο.
Πάντως, η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά είναι πως το IGTV θα υποστηρίζει μόνο «κάθετα» video. Κάτι που σημαίνει ότι ο στόχος είναι οι χρήστες εκείνοι που προτιμούν το smartphone τους.
Σημαντική παράμετρος: στο YouTube τα video είναι κατά κύριο λόγο «οριζόντια». Αυτό είναι πολύ καλό όταν βλέπεις τα video σε έναν υπολογιστή ή ένα tablet αλλά καθόλου πρακτικό όταν τα βλέπεις στο smartphone, εκτός και αν το περιστρέψεις.
Όμως, πολλοί από τους νεαρότερης ηλικίας χρήστες αποφεύγουν να κάνουν την περιστροφή με αποτέλεσμα η εμπειρία να μην είναι ιδιαίτερα καλή.
Και αυτό είναι ένα μειονέκτημα του YouTube που θέλει να εκμεταλλευτεί το IGTV, τώρα που η «μάχη» ξεκινά. Και πιστέψτε με, θα είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα «μάχη» καθώς δεν υπάρχει περίπτωση να μην απαντήσεις -και σχετικά γρήγορα μάλιστα- το YouTube.
Πως; Πιθανότατα με κάτι καινούριο στο κομμάτι του mobile, εκεί δηλαδή που είναι και το πραγματικό πεδίο της «μάχης».
Κάθε χρόνο στα μέσα Ιουνίου, τα βλέμματα της παγκόσμιας αγοράς τεχνολογίας στρέφονται στο Λος Άντζελες όπου πραγματοποιείται η Ε3, η σημαντικότερη εκδήλωση για το χώρο του video gaming.
Έναν χώρο ο οποίος είναι από τους λίγους που συνεχίζουν να έχουν ανοδική πορεία. Όπως και είναι ένας χώρο όπου οι αλλαγές στα επιχειρηματικά μοντέλα αναμένεται να είναι ιδιαίτερα σημαντικές μέσα στα επόμενα χρόνια.
Οι «παίκτες» στον συγκεκριμένο χώρο κερδίζουν μεν από την πώληση του hardware, αλλά το μεγαλύτερο κομμάτι των εσόδων και ειδικά της κερδοφορίας τους προέρχεται από το software, ήτοι τους τίτλους παιχνιδιών που πωλούνται.
Για πολλά χρόνια, η Sony όπως και η Microsoft «έχαναν» από τις πωλήσεις του PlayStation και του Xbox αντίστοιχα. Εννοώ πως έχαναν από τις πωλήσεις του hardware γιατί τα κέρδη από τα video games ήταν σημαντικά.
Και αντίστοιχα για τις μεγάλες αλυσίδες ηλεκτρονικών ειδών οι πωλήσεις των video games ήταν σημαντικό κομμάτι των εσόδων τους. Επιπλέον, σε αρκετές χώρες είχε δημιουργηθεί μία πολύ μεγάλη και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αγορά ανταλλαγής «μεταχειρισμένων» video games.
Όμως, το Διαδίκτυο αναμένεται να αλλάξει και αυτή την αγορά. Για την ακρίβεια, την έχει ήδη αλλάξει αλλά απ’ ότι φαίνεται πρόκειται να πάει ένα βήμα παραπάνω. Κατ’ αρχήν, να επισημάνουμε ότι οι όλοι οι μεγάλοι «παίκτες» (Sony, Microsoft, Nintendo κ.ά.) έχουν ήδη τις δικές τους online υπηρεσίες που προσφέρουν games και «προϊόντα» στους gamers.
Παράλληλα, υπάρχουν και αρκετές πλατφόρμες που ασχολούνται με το video gaming και σημειώνουν μεγάλη επιτυχία. Άλλωστε, ένα από τα μεγάλα μυστικά της επιτυχίας της αγοράς του gaming είναι το γεγονός ότι πλέον μπορείς να παίξεις με «παίκτες» από ολόκληρο τον κόσμο.
Και σε αρκετές αγορές, το online video gaming είναι ο λόγος αύξησης των συνδέσεων υπερυψηλών ταχυτήτων στο Διαδίκτυο. Γιατί είναι διαφορετικό να παίζεις online και να είσαι συνδεδεμένος στα 100 Mbps και άλλο να είσαι στα 20 και στα 24 Mbps.
Όμως, το επόμενο βήμα φαίνεται πως θα είναι ότι οι εταιρείες παραγωγής παιχνιδιών θα προτιμούν να πουλάνε online τα παιχνίδια τους και θα σταματήσουν να χρησιμοποιούν τα φυσικά σημεία πώλησης.
Οι λόγοι ουκ ολίγοι. Κατ’ αρχήν, η μείωση του κόστους διανομής, το οποίο δεν είναι πλέον ευκαταφρόνητο. Κατά δεύτερον, δεν είναι πλέον και τόσο απαραίτητο να έχεις φυσική παρουσία. Ο gamer μπορεί απλά να μπει στο site σου και να «κατεβάσει» τον τίτλο που επιθυμεί.
Ακόμη και αν είναι μερικά GBs, θα χρειαστεί λιγότερη ώρα από το να πάει μέχρι το πλησιέστερο κατάστημα και να το αγοράσει!
Γενικώς, το online κομμάτι είναι κάτι που ενδιαφέρει πολύ το χώρο του video gaming και είναι βέβαιο ότι στο άμεσο μέλλον θα δούμε πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα. Ακόμη και στην Ελλάδα που συνήθως ακολουθεί με κάποια καθυστέρηση τις εξελίξεις στο χώρο του gaming.
Πόσες φορές σας έχει τύχει να δείτε ένα αντικείμενο (ρούχο, gadget ή ακόμη και μία απλή συσκευή) που να σας αρέσει, να ενδιαφέρεστε να την αγοράσετε αλλά να μην γνωρίζετε τι είναι και να μην μπορείτε να την περιγράψετε; Δεν είναι σπάνιο αυτό το φαινόμενο, ειδικά όσον αφορά με τα ρούχα θα έλεγα.
Μέχρι τώρα, οι αναζητήσεις που κάνουμε στις μηχανές αναζήτησης ή σε ένα ηλεκτρονικό κατάστημα ήταν βασισμένος σε κάποιο κείμενο ή σε λέξεις -κλειδιά.
Όμως, αυτό πρόκειται να αλλάξει.
Η επόμενη τάση στο Διαδίκτυο που είναι πιο κοντά απ’ όσο νομίζουν πολλοί θέλει τις αναζητήσεις να γίνονται είτε με τη φωνή είτε με εικόνες.
Ειδικά, το δεύτερο αναμένεται να έχει πολύ μεγάλη επίδραση τα επόμενα χρόνια στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου σε συνδυασμό με την άνοδο του machine learning και της τεχνητής νοημοσύνης.
Ας δούμε ένα παράδειγμα: συναντάς έναν φίλο σου, ο οποίος φορά ένα ζευγάρι παπούτσια, τα οποία σου αρέσουν πολύ. Τον ρωτάς από που τα πήρε και σου λέει ότι του έκαναν δώρο. Σου αρέσουν, όμως, πολύ και τα θες και εσύ, αλλά ο φίλος σου δεν θυμάται ούτε καν το μοντέλο. Τι θα μπορείς να κάνεις στο όχι πολύ μακρινό μέλλον;
Απλά, τα φωτογραφίζεις με το smartphone και με τη χρήση ειδικών apps γίνεται η αναζήτηση και βρίσκεις ότι το είναι το Χ μοντέλο της Υ εταιρείας. Από εκεί και πέρα, όμως, αρχίζει το πραγματικά ενδιαφέρον σκέλος.
Πολύ απλά, γιατί το app σε ρωτάει αν θες να τα αγοράσεις και σου προτείνει καταστήματα που έχουν το συγκεκριμένο μοντέλο και σου δίνει τη δυνατότητα με ένα κλικ να ολοκληρώσεις την αγορά.
Ή σου προτείνει αντίστοιχα ζευγάρια παπούτσια που είτε έχουν καλύτερες αξιολογήσεις είτε πολύ απλά είναι πιο φθηνά. Ή αξιοποιώντας την τεχνητή νοημοσύνη, σου προτείνει κάποιο άλλο χρώμα που να ταιριάζει καλύτερα με την γκαρνταρόμπα σου!
Μοιάζει ως σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας; Ενδεχομένως. Όμως, τέτοιου είδους εφαρμογές αρχίζουν να κάνουν την εμφάνιση του με πιο ενδιαφέρον παράδειγμα το Google Lens, το οποίο, βέβαια, έχει πολύ δρόμο ακόμη μπροστά του.
Σε συνδυασμό, μάλιστα, με τους υπάρχοντες ψηφιακούς βοηθούς, η δυνατότητα για αναζητήσεις και αγορές με βάση τις εικόνες, είναι μάλλον πιο κοντά από όσο νομίζουμε.
Χρειάζονται, βέβαια, και σχετικές υποδομές αλλά η αγορά έχει δείξει ότι μπορεί να προσαρμόζεται πολύ πιο γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν.
Ένα ζήτημα που απασχολεί πολλά ηλεκτρονικά καταστήματα είναι οι μέθοδοι πληρωμών που θα πρέπει να προσφέρουν στους πελάτες τους. Και τα προβλήματα που αντιμετώπισε την περασμένη Παρασκευή (1 Ιουνίου) το δίκτυο συναλλαγών της Visa αποδεικνύει ότι μία μέθοδος δεν είναι ποτέ αρκετή.
Όσον αφορά στις μεθόδους πληρωμών, η Ελλάδα έχει μία ιδιαιτερότητα που δεν τη συναντάμε σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Ουκ ολίγοι Έλληνες καταναλωτές προτιμούν την αντικαταβολή αντί της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών.
Μάλιστα, μέχρι πρότινος η αντικαταβολή ήταν ο πιο δημοφιλής τρόπος πληρωμής στα ελληνικά online καταστήματα. Αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει, δεδομένου ότι οι Έλληνες έχουν αρχίσει πλέον να χρησιμοποιούν περισσότερο τις κάρτες τους ελέω capital controls.
Έτσι, βλέπουμε ότι τα περισσότερα online καταστήματα προσφέρουν αντικαταβολή, κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό (σ.σ. αυτή η μέθοδος μου φαίνεται ότι προσθέτει δυσκολίες αντί να διευκολύνει την κατάσταση αλλά τέλος πάντων), και πληρωμές με χρεωστικές/πιστωτικές κάρτες.
Όμως, αρκετά καταστήματα έχουν προσθέσει πλέον και το PayPal ως μέθοδος πληρωμής. Μάλιστα, πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις ξεκινούν με το PayPal και προσπαθούν να στρέψουν τους καταναλωτές προς τα εκεί ως προτιμώμενη μέθοδος πληρωμής.
Ο λόγος, συνήθως, είναι η καθυστέρηση στην ενσωμάτωση της δυνατότητας πληρωμής με κάρτες όπως και το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις δεν γίνονται «δεκτές» για πληρωμές με κάρτες λόγω των προβλημάτων που έχουν.
Γενικά, όμως, αυτό που αποδεικνύεται είναι ότι πρέπει να δίνεις όλες τις επιλογές στους πελάτες σου. Και αντικαταβολή και κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό και πληρωμή με κάρτες και PayPal ή όποιο άλλο online σύστημα πληρωμών δείχνει δημοφιλές.
Για παράδειγμα, αν θέλετε να προσεγγίσετε την κινεζική αγορά δεν νοείται να μην προσφέρετε και τη δυνατότητα για πληρωμές μέσω AliPay. Ακούγεται περίπλοκο; Ενδεχομένως, αλλά αν θέλετε να προσφέρετε επιλογές στους πελάτες σας τότε θα πρέπει να το κάνετε. Ακόμη και αν σημαίνει επιπλέον δουλειά και υποχρεώσεις.
Από την άλλη πλευρά, τα online εργαλεία που προσφέρουν πλέον οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των πληρωμών είναι τέτοια που δεν είναι και τόσο δύσκολο να προσφέρεις όλες τις επιλογές.
Παρεπιμπτόντως, ως καταναλωτής δεν έχω καταλάβει γιατί κάποιος προτιμά την αντικαταβολή από την online πληρωμή με κάρτα. Καταλαβαίνω απόλυτα το θέμα της ασφάλειας αλλά αν δεν εμπιστεύεσαι το κατάστημα από το οποίο αγοράζεις, τότε καλύτερα να μην αγοράσεις ποτέ.
Και σε αντίθεση με το παρελθόν πλέον υπάρχουν ουκ ολίγες πλατφόρμες αξιολόγησης των online καταστημάτων. Ακόμη και στο Skroutz.gr μπορείς να δεις τα σχόλια για κάθε κατάστημα και να έχεις μία πρώτη εικόνα για το αν θα πρέπει να κάνεις από εκεί την αγορά σου ή όχι.
Και έχω την αίσθηση ότι τα περιστατικά απάτης έχουν μειωθεί αρκετά. Τουλάχιστον στην Ελλάδα.
Στις 12 Μαρτίου, ο Παγκόσμιος Ιστός είχε γενέθλια –έγινε 29 χρόνων- κι ο σερ Τιμ Μπέρνερς-Λι, ο άνθρωπος που τον επινόησε για να λύσει τον«γόρδιο δεσμό» της διαχείρισης και ασυνέχειας του τεράστιου όγκου δεδομένων στο CERN εκείνης της εποχής, άδραξε την ευκαιρία για να πει τα πράγματα με το όνομά τους, όσον αφορά στη σημερινή εξέλιξη του δημιουργήματός του, που μάλλον τον βρίσκει… απέναντι!
Ο «κ. WWW» ανήρτησε στην ιστοσελίδα του WebFoundation (του οργανισμού που υπερηφανεύεται πως βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την πρόοδο και προστασία του Ιστού από κάθε επιβουλή…) ένα κείμενο-φωτιά, στο οποίο θίγει τα κακώς κείμενα και προτείνει λύσεις και δράσεις ώστε να αντιστραφεί η σημερινή «κατηφόρα».
Ξεκινάει με την επισήμανση πως το 2018 θα είναι η πρώτη χρονιά που οι συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο κάτοικοι αυτού του πλανήτη θα είναι περισσότεροι από τους μη-συνδεδεμένους, αλλά μοιραία αναρωτιέται τι θα γίνει με τους άλλους μισούς, με δεδομένο πως ο ΟΗΕ, ήδη από το 2016, έχει χαρακτηρίσει την πρόσβαση στο Internet ανθρώπινο δικαίωμα, όπως η πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ηλεκτρική ενέργεια, τροφή και στέγη.
Οι ανισότητες σ’ αυτόν τον τομέα στον πλανήτη μας όχι μόνο παραμένουν, αλλά διευρύνονται κιόλας, με θύματα τις γυναίκες, τους φτωχούς και τους κατοίκους αγροτικών περιοχών (κάποιος να τους μιλήσει για το δικό μας rural, please…) Και, βέβαια, μη-πρόσβαση σημαίνει στην εποχή μας λιγότερες ευκαιρίεςγια γνώση και μόρφωση, λιγότερη επιχειρηματικότητα, λιγότερες υπηρεσίες προς τους πολίτες και (ναι…) λιγότερη δημοκρατία…
Αν περιμένουμε να υλοποιηθούν τα πλάνα που λένε πως το τελευταίο δισεκατομμύριο συνανθρώπων μας θα συνδεθεί στο Internet κάπου γύρω στο 2042 (!), τουλάχιστον μια ολόκληρη γενιά θα έχει μείνει εκτός δικτυακού νυμφώνος, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον της…
Ο καλός σερ Τιμ (ο οποίος, όπως είναι παγκοίνως γνωστό, δεν έβγαλε ούτε σέντσι από την «εφεύρεσή» του που άλλαξε τον κόσμο μας – σε αντίθεση με πάμπολλους ιδιώτες και επιχειρήσεις που κέρδισαν δισεκατομμύρια- άρα τουλάχιστον «δικαιούται δια να ομιλεί»…) δεν περιορίζεται μόνο στην γκρίνια, κάνει και προτάσεις.
Πρέπει, λέει, να υποστηρίξουμε κατάλληλες πολιτικές και επιχειρηματικά μοντέλα, όπως είναι οι πρωτοβουλίες για δημόσιο WiFi και τα δίκτυα σε επίπεδο κοινοτήτων, πρέπει να δώσουμε ασφαλή και αξιόπιστη πρόσβαση κυρίως σε γυναίκες και κορίτσια, προσφέροντάς τους παράλληλα εκπαίδευση σε ψηφιακές δεξιότητες…
Αλλά, τι τα θέλετε; Ο Ιστός δεν είναι πια εκείνος που ήταν! Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει, οι λίγες μεγάλες πλατφόρμες έχουν «πατήσει» την παλιά πολυφωνία, ελέγχοντας -κατά τον σερ Τιμ- ως άλλοι «κλειδοκράτορες» τις ιδέες και τις απόψεις που μπορούμε να δούμε και να μοιραστούμε μεταξύ μας…
Είναι οι ίδιες πλατφόρμες που βάζουν εμπόδια στον ανταγωνισμό, που «ρουφάνε» τους εν δυνάμει αντίπαλους startupers, που εξαγοράζουν τους καινοτόμους και μπορούν -με τη δύναμη του χρήματος- να απασχολούν τα καλύτερα μυαλά, ώστε να συνεχίσουν να ελέγχουν τα δεδομένα όλων μας, που λίγοι πλέον τα εκμεταλλεύονται…
Τριάκοντα παρά ένα χρόνια μετά, ο Ιστός έχει γίνει «όπλο μαζικής κλίμακας», όπου η συνωμοσιολογία και τα ψεύδη μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα δίνουν και παίρνουν, εκλογικά αποτελέσματα χειραγωγούνται και κακόβουλοι βάζουν χέρι σε τεράστιους όγκους (των δικών μας) προσωπικών δεδομένων.
Κάποιες από αυτές τις πλατφόρμες έχουν συλλάβει το μέγεθος του προβλήματος και προσπαθούν να βρουν λύσεις, όμως είναι φανερό πια πως κάποιος έλεγχος είναι αναγκαίος.
Ο σερ Τιμ επισημαίνει πως η πανίσχυρη ψηφιακή οικονομία θα επιβάλει δράσεις, υποστηρίζει πως είναι μύθος ότι η διαφήμιση είναι το μόνο επιχειρηματικό μοντέλο κι ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει πλέον, θεωρεί ότι οι άνθρωποι που έφτιαξαν τα συστήματα, έχουν τη δύναμη και να τα διορθώσουν, αισιοδοξεί πως μπορούμε, τελικά, να σχεδιάσουμε έναν Ιστό ο οποίος θα δημιουργεί γύρω του ένα εποικοδομητικό και υποστηρικτικό περιβάλλον…
Πώς θα γίνουν όλα αυτά; Εφαρμόζοντας στην πράξη την πασίγνωστη ρήση, η ισχύς εν τη ενώσει: «Να μαζέψουμε τα πιο φωτεινά μυαλά στις επιχειρήσεις, την τεχνολογία, τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών, τις τέχνες και τα πανεπιστήμια για να αντιμετωπίσουμε όσα απειλούν το μέλλον του Ιστού – Ας δουλέψουμε όλοι μαζί για να το πετύχουμε», μας παρακινεί.
Κι εγώ ακόμα θυμάμαι τη φλογίτσα -βλέπε, πάθος- που σιγόκαιγε στην κατά τα άλλα ατσάλινη ματιά του φλεγματικού και λιγομίλητου Άγγλου, στη μόνη συνέντευξη που του έχω πάρει (όταν βρέθηκε στην Αθήνα, το 2007, για την πρώτη αναγγελία του WebScience).
Πάθος που δεν τον εγκατέλειψε, καταπώς φαίνεται, ποτέ. «Παραμένω αφοσιωμένοςστον στόχο, να διασφαλίσω ότι ο Ιστός θα παραμείνει ένας χώρος ελεύθερος, ανοικτός και δημιουργικός – για όλους!» δήλωσε τις προάλλες.
Δεν ξέρω αν μπορεί να κάνει πολλά, πια. Όμως, εμένα και μόνο ότι το λέει εκείνος -ο ρομαντικός, ονειροπόλος, εκτός τόπου, αιθεροβάμονας σε καιρούς χαλεπούς, όπως θέλετε πέστε τον- εμένα μου αρκεί.
Respect, sir Tim!
Τις τελευταίες 2 εβδομάδες έχει γίνει πολύς λόγος για το GDPR, ήτοι τον νέο Γενικό Κανονισμό Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος, τυπικά, είναι σε ισχύ από την περασμένη Παρασκευή (25/5).
Πρακτικά, πριν το τέλος του έτους δεν νομίζω ότι υπάρχει περίπτωση να πει κανείς ότι είναι σε ισχύ ο συγκεκριμένος κανονισμός, ο οποίος προκάλεσε έναν μεγάλο «χαμό» θα έλεγα στο Διαδίκτυο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι προφανές ότι την τελευταία εβδομάδα, άπαντες δεχθήκαμε εκατοντάδες emails από ιστοσελίδες, εταιρείες και καταστήματα που είχαν τα emails μας. Και σε πολλές περιπτώσεις, δεν πιστεύαμε ότι είχαμε δώσει το email μας σε πολλές από αυτές.
Ήταν μία ευκαιρία για ένα ξεκαθάρισμα αυτών που θέλουμε να δεχόμαστε.
Για πολλά ηλεκτρονικά καταστήματα, το GDPR μοιάζει με εφιάλτη, δεδομένου ότι έπρεπε να στείλουν χιλιάδες emails στους πελάτες τους αλλά και σε όσους καταναλωτές είχαν απλά την ηλεκτρονική διεύθυνση τους. Είμαι βέβαιος ότι στα περισσότερα ηλεκτρονικά καταστήματα, οι σκέψεις δεν ήταν και ιδιαίτερα θετικές.
Όμως, από την άλλη πλευρά, για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το GDPR μπορεί να αποτελέσει και μία εξαιρετική ευκαιρία.
Υπάρχουν και θετικά σημεία στην ενεργοποίηση του συγκεκριμένου κανονισμού, ο οποίος, παρεπιμπτόντως, δεν έχει τόσο να κάνει με την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων των πελατών μίας επιχείρησης όσο με τις διαδικασίες που πρέπει να έχει μία επιχείρηση προκειμένου να διαχειρίζεται αυτά τα προσωπικά δεδομένα.
Είναι μία ευκαιρία κατ’ αρχήν για να εκκαθαρίσει ένα ηλεκτρονικό κατάστημα τις δικές του λίστες. Να δει ποια emails δεν χρησιμοποιούνται πλέον, να δει ποιοι καταναλωτές θέλουν πραγματικά να ενημερώνονται για προσφορές κ.ά.
Είναι μία ευκαιρία επίσης προκειμένου να οριστούν οι διαδικασίες εκείνες που θα επιτρέψουν την καλύτερη αξιοποίηση των δεδομένων που συγκεντρώνονται κατά τη διάρκεια των πωλήσεων ή των επισκέψεων των καταναλωτών.
Με τη σύμφωνη γνώμη των τελευταίων, οι οποίοι στο εξής δεν θα μπορούν να επικαλεστούν διάφορα όσον αφορά το θέμα της διαχείρισης των προσωπικών δεδομένων τους.
Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει αρκετή δουλειά από την πλευρά του ηλεκτρονικού καταστήματος, όμως, όταν ολοκληρωθεί το συγκεκριμένο έργο, τα οφέλη μπορεί να είναι σημαντικά.
Αντί μία εταιρεία να δει το GDPR ως απειλή και επιπλέον βάρος θα πρέπει να το δει ως ευκαιρία προκειμένου να βελτιωθεί η ίδια και να βελτιώσει την εμπειρία που προσφέρει στους πελάτες της.
Πολύ απλά, γιατί αυτό είναι το ζητούμενο για μία επιχείρηση που θέλει να πετύχει. Να προσφέρει καλύτερη εμπειρία στους πελάτες της. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει και να τους σέβεται.
Αν το πετύχει αυτό, τότε και οι καταναλωτές και θα τη σέβονται και θα την προτιμούν, καθώς δεν είναι μόνο η τιμή που κοιτάζουν οι πελάτες όταν κάνουν τις επιλογές τους.
Πλέον, θέλουν και η εταιρεία με την οποία συνδιαλέγονται να είναι μία σοβαρή επιχείρηση.
Εγγραφή στο Newsletter
Θα λαμβάνετε κάθε εβδομάδα τα πιο hot άρθρα στο email σας!
Πρόσφατα άρθρα


Δημοφιλή άρθρα
Categories Menu
Site Menu
Διεύθυνση εταιρείας
Ευμολπιδών 23
118 54, Αθήνα
Γενικές πληροφορίες
info@verticom.gr
(+30) 210 924 55 77